Πέμπτη 28 Αυγούστου 2008

Η κρυφη γοητεια του βορβορου

Το κείμενο στο οποίο θέλω να αναφερθώ δεν έχει συγγραφέα. Αν και εμφανίζεται σε διαδυκτιακό τόπο συνδεδεμένο με Οικονομική εφημερίδα είναι ανυπόγραφο. Στη βασική ιστοσελίδα από όπου προέρχεται φιγουράρει επίσης μια “Ιδρυτική Διακήρυξη” με την υπογραφή “Ερυθρόλευκες Ταξιαρχίες” και αδιευκρίνιστες σχέσεις με το δικτυακό τόπο και την εφημερίδα. Φιλοξενούνται απλώς οι Ταξιαρχίες αυτές; Με ποιούς ακριβώς όρους; Απαρτίζονται από μέλη συγγράφοντα στην εφημερίδα ή το διαδικτυακό τόπο; Τότε γιατί εμφανίζονται ως οργανισμός οπαδών, και μάλιστα με ψευδο-τρομοκρατικό γκλάμουρ; Οι συγγραφείς είναι πολλοί ή ένας; Αν είναι πολλοί, γιατί χρησιμοποιούν το πρώτο ενικό πρόσωπο (“για αυτό σας λέω” γράφει προς το τέλος το κείμενο). Αν είναι ένας, γιατί ποζάρουν σαν πολλοί, χρησιμοποιώντας το πρώτο πληθυντικό σε αρκετά σημεία, και υπογράφοντας ως νεοσυσταθείσα (;) ομάδα;

Τα ερωτήματα ανακύπτουν με αρκετά πιεστικό τρόπο για ένα απλό λόγο. Το άρθρο, με τίτλο “Τα ρημάδια των Λεμονή και Ίβιτς” αποτελεί κλασικό παράδειγμα μηνύσιμης συκοφαντικής δυσφήμισης επώνυμων προσώπων. Θα ήθελα πάρα πολύ να γνωρίζω πως ακριβώς νιώθει για αυτό η επώνυμα σχετιζόμενη εφημερίδα Αξία για το γεγονός ότι φιλοξενείται σε σάιτ, αν κατανοώ σωστά, δικών της συμφερόντων.

Για το περιεχόμενο όσων αναφέρει το εν λόγω πόνημα, δεν θεωρώ ότι χρήζει λεπτομερής αναφορά. Ας περιοριστούμε λακωνικά στο ότι στον πρώην προπονητή της ΠΑΕ Ολυμπιακός, ο οποίος αναφέρεται ειρωνικά ως sir Takis, καταλογίζονται, ανάμεσα σε άλλα, τα εξής: ότι είναι υπεύθυνος για την τωρινή “κατάντια της ομάδας και την αδυναμία της να παρουσιάσει ένα καλογυμνασμένο σύνολο”· ότι “δεν έκανε σωστή προετοιμασία, δεν έκανε σοβαρή προπόνηση, δεν έκανε σωστή αποθεραπεία, εξόντωσε με συνεχή παιχνίδια τους βασικούς παίκτες και έχει μεγάλη ευθύνη και για το πλήθος των τραυματισμών, δεν ήλεγχε της εξωγηπεδική ζωή”· και ότι η εγκληματική του αμέλεια σε μια σειρά θεμάτων αποδεικνύεται από την δραστική πτώση απόδοσης παικτών που αγωνίστηκαν πέρυσι με τη φανέλα της ομάδας. Για τον δε πρώην Τεχνικό Διευθυντή, Ίλια Ίβιτς καταγγέλεται ότι έκανε μεταγραφές δευτεροκλασάτων παικτών τους οποίους “φόρτωσε” στην ομάδα, ενώ αφήνονται αιχμές (που όμως, με τη γνωστή λιβελλογραφική “πονηριά” μισοαποσύρονται) για ίδιον οικονομικό του συμφέρον στις μεταγραφικές επιλογές.

Θεωρώ άσκοπο και αντιπαραγωγικό να ασχοληθώ με περιεχόμενο αυτού του ύφους και ήθους. Ούτε θα αναλάβω την υπεράσπιση των θιγόμενων, μιας και αυτό, αν το επιθυμούν, μπορούν να το κάνουν οι ίδιοι. Απλώς θα θέσω κάποια ερωτήματα:

* Γιατί και ποιους πονάει τόσο πολύ ό,τι μας έδωσε χαρά την περυσινή σαιζόν;

* Τι κάνει τόσο επιτακτικό να συρθεί στη λάσπη με κάθε τίμημα οτιδήποτε αφορά τις επιτυχίες της περυσινής ομάδας;

* Τι κάνει τόσο επιτακτικό να γίνει αυτό τώρα, μετά από την ταπεινωτικότερη ήττα σε διεθνή οργάνωση τα τελευταία χρόνια;

* Ποιοί και γιατί έχουν συμφέρον να κάνουν τον οπαδό να θεωρεί τα πάντα εξίσου απαξιωμένα, να του στερήσουν κάθε πηγή έμπνευσης για κάτι καλύτερο, να βυθίσουν το μυαλό του στην κυνική και άρα υποτίθεται “μη παραμυθιασμένη” λογική “όλοι τα ίδια κάνουν, όλοι τα ίδια είναι”;

* Ποιον αθώωνουν αυτές οι πρακτικές ενοχοποίησης όσων πλανώνται σαν Ερινύες αυτή τη στιγμή πάνω από το κεφάλι της Διοίκησης;

* Tι αφορμές, με δηλώσεις ή πράξεις τους έχουν δώσει οι δύο κατηγορούμενοι για να ξεσπά επάνω τους, μήνες τώρα, τόσος οχετός και δηλητήριο;

* Για πόσο ακόμα θα ανεχόμαστε ενορχηστρωμένες προσπάθειες να συρθούν στη λάσπη άνθρωποι που εργάστηκαν και μόχθησαν για τον Ολυμπιακό από αγνώστους που προβάλλουν, ω του θράσους, την Ολυμπιακοφροσύνη τους;

* Πόση ναυτία είναι δυνατό να αντέξει κανείς όταν, μετά τον χθεσινό ταπεινωτικό αποκλεισμό, παρατηρεί ότι το μέλημα ορισμένων δεν είναι άλλο από την διάδοση της επικοινωνιακής πολιτικής τους με μεθόδους ξεσηκωμένες εξ ολοκλήρου από το “ένδοξο” manual του Υπουργείου Προπαγάνδας του Εθνικοσοσιαλισμού (“λέγε λέγε, κάτι θα μείνει στο τέλος”);

* Και τέλος, πόση καμαρίλα τέλος πάντων θα εκθρέψει το "αόρατο" περιβάλλον γνωστών/αγνώστων σε αυτή την ομάδα; Πόση ξεδιαντροπιά; Πόσο αυτοεξευτελισμό; Πόση φτήνια; Πόσο ξεπούλημα όσο-όσο ιστορίας και συμβόλων; Και πόσο ανάλγητο σκύλεμα των πτωμάτων που σπέρνει στο διάβα της;

Σε μια και μόνο μια φράση του κειμένου θα συμφωνήσω, και μάλιστα ολόψυχα. Την τελευταία: “υπάρχουν και όρια.” Όχι όμως για όλους, από ότι φαίνεται.